καστορίων

καστορίων
καστορίδες
hounds
fem gen pl
καστορίδες
hounds
masc/neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Καστορίων — masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καστορίων ο Σολεύς — (4ος αι. π.Χ.). Αλεξανδρινός λυρικός ποιητής, από τους Σολούς της Κύπρου. Έζησε στην Αθήνα, την εποχή του Δημήτριου του Φαληρέα, προς τιμήν του οποίου συνέθεσε ύμνο που απήγγειλε ο χορός στην πομπή των Διονυσίων …   Dictionary of Greek

  • Καστόριον — Καστορίων masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νιφόκτυπος — νιφόκτυπος, ον (Α) αυτός που βάλλεται από χιόνι («σὲ τὸν βολαῑς νιφοκτύποις δυσχείμερον ναίονθ ἕδραν, θηρονόμε Πάν», Καστοριών στον Αθηναίο). [ΕΤΥΜΟΛ. < νίφα + συνδετικό φων. ο + κτύπος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”